Τρίτη 2 Απριλίου 2024

"Παροιμίες, ρητά και αποφθέγματα που "κουβαλάμε" στη ζωή μας"

 Εργαστήριο της Ομάδας Λογοτεχνίας και Προαγωγής της Υγείας Καρλοβάσου


Την Τρίτη 19/3/2024 η ομάδα μας συνέχισε με ένα νέο Εργαστήριο που ασχολήθηκε με "σπουδαία λόγια" άλλων (παροιμίες, ρητά και αποφθέγματα) που ακούσαμε στο περιβάλλον μας, συνδέθηκαν με τη ζωή μας και ίσως την καθοδήγησαν και σε δεύτερο χρόνο διαπραγματεύτηκε το ερώτημα "αν θα άλλαζες κάτι από αυτά τα λόγια, μετά από όλη την εμπειρία σου". Τα μέλη της ομάδας συζήτησαν τα "λόγια" και τις σκέψεις τους σε ομάδες και στο τέλος η μία ομάδα κλήθηκε να σχολιάσει όσα κατέθεσε κάποια άλλη. 

Αρκετά μέλη της ομάδας αποπειράθηκαν να καταθέσουν γραπτά κείμενα πάνω σε αυτή τη συζήτηση: 

Ειρήνη Β. :

ΔΥΟ ΡΗΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΩ

    Από μωρό ήμουν αυτή που δεν χάριζε σε κανέναν κάστανα γιατί ήμουνα ο υπερασπιστής της αλήθειας.
Δεν έλεγα ποτέ ψέματα και ό,τι ήταν αλήθεια δεν μπορούσα να το κρύψω.
Μερικά χαρακτηριστικά της φιλαλήθειάς μου από την παιδική και εφηβική μου ηλικία που μου έρχονται στο μυαλό είναι:
1)Τo άκρως χαριτωμένο από τα πολύ πρώιμα (σχεδόν νηπιακά) παιδικά μου χρόνια όταν κοίταξα κατά πρόσωπο τη γιαγιά μου, που μόλις με είχε μαλώσει, και της είπα: «Τι κακιά πλια κι σ’χαμέν(η) γριά που ’σι»!
2) Που ο πατέρας μου επέμενε να λέει εκείνο το «Του Ρηνιώ γιννήθ’κι σι ξισκέπαστου σπίτ’», που θεωρούσα ότι με εξέφραζε και χαιρόμουν να το ακούω.
3)Αυτό που είπα σε έκθεσή μου με θέμα τον εαυτό μας στο Γυμνάσιο, που ήταν ότι, στην τότε φάση της ζωής μου, δεν έλεγα ποτέ ψέματα απλώς και μόνο για να μην ζω με τον φόβο ότι θα αποκαλυπτόταν η αλήθεια και ότι θα ρεζιλευόμουν.    

    Τέλος πάτων, όμως, τα παραπάνω ήταν όταν ακόμα ήμουν μικρή. Γιατί, όταν εισήλθα στον κόσμο των ενηλίκων, ανακάλυψα το ρητό «Η αλήθεια είναι μαλώτρα», που θέλησα να εκμεταλλευτώ για το δικό μου καλό και για το καλό των ανθρώπων που συναναστρεφόμουν.
Με το «καλό δικό μου και των άλλων» εννοώ το εξής:
Αν, στους ανθρώπους που αλληλεπιδρούσα, έλεγα τις αλήθειες τις δυσάρεστες που αντιλαμβανόμουν σε αυτούς, αυτοί και τις αλήθειες δεν θα παραδέχονταν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων και θα στεναχωριόνταν και θα μου πετούσαν και οι ίδιοι κατάμουτρα τις δικές τους αλήθειες για μένα, το οποίο θα με στεναχωρούσε εξίσου. Και, τότε, αντίο ηρεμία και άντε μετά να αποκαταστήσεις ξανά και την αγάπη και τις καλές σχέσεις με τον φίλο, το συνάδελφο, το συγγενή.
Οπότε:
Κατέληξα να λέω στους ανθρώπους που συναναστρεφόμουν, και εξακολουθώ να το κάνω μέχρι σήμερα, μόνο τις καλές αλήθειες. Δηλαδή, πόσο καλοί άνθρωποι και φίλοι είναι, ότι τους ευχαριστώ που είναι τόσο καλοί μαζί μου, ότι με τιμάει η φιλία τους, ότι τους θαυμάζω και με εμπνέουν τα προτερήματά τους, που σας πληροφορώ, δεν έχει και λίγα απ’ αυτά ο καθένας τους.
Αλλά, όπως βλέπετε, πάλι και έτσι, έχω την ευκαιρία να είμαι φιλαλήθης.


Κική Μ. :

ΣΗΜΕΡΟΝ ΕΜΟΥ ΑΥΡΙΟΝ  ΕΤΈΡΟΥ ΚΑΙ ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΟΥΔΕΝΟΣ  

 


Αν γυρίσω στον χρόνο έχω να θυμηθώ πολλές φράσεις που έλεγε συχνά η μητέρα μου, η οποία μιλούσε πολύ εύκολα με παροιμίες. Είχε κληρονομήσει κι αυτή τη λαϊκή σοφία  όπως λέγεται.

Τι να πρωτοθυμηθώ!  Το "Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει" ή" όποιος λέει την αλήθεια, έχει τον Θεό βοήθεια" ή " όσα φέρνει μια ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος".

 Κάθε φορά που συμβαίνει ένα γεγονός, από το πιο σημαντικό μέχρι το πιο απλό η φωνή της είναι στ' αυτιά μου με την ανάλογη ρήση ή παροιμία. Υπάρχει όμως ένα  παλιό ρητό που  το θεωρώ πολύ σπουδαίο και σωστό.

Το είδα γραμμένο στην πρόσοψη ενός σπιτιού στο χωριό  των Αγίων Θεοδώρων, όταν πρώτο ήρθα στη Σάμο.

Μου έκανε εντύπωση και μάλιστα το σπίτι αυτό πάει από τον ένα ιδιοκτήτη στον άλλο, λες πως είναι φτιαγμένο για να επιβεβαιώνει αυτό που ο πρώτος που το κατοίκησε χάραξε πάνω στον τοίχο του.

Δηλαδή:" ΣΗΜΕΡΟΝ ΕΜΟΥ ΑΥΡΙΟΝ  ΕΤΈΡΟΥ ΚΑΙ ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΟΥΔΕΝΟΣ".

Ακριβώς έτσι πιστεύω ότι είναι! Αυτό το ρητό μου θυμίζει ότι είχε πει ο Επίκτητος, ένας από τους φιλοσόφους του κόσμου.

Ποτέ μην πείτε, λέει "Έχω χάσει εκείνο το πράγμα" να πείτε μάλλον: "Έχω επιστρέψει" "η γυναίκα μου πέθανε, την έχω επιστρέψει", το παιδί μου πέθανε το έχω επιστρέψει", έτσι για τα αγαθά και για όλα τα υπόλοιπα. "Αλλά εκείνος που μου το στερεί είναι κακός άνθρωπος "πείτε: Γιατί είστε δυσαρεστημένοι με  αυτόν που σας ζητάει πίσω αυτό που σας δάνεισε;

Όσο σας επιτρέπει η χρήση του, φροντίσετε  το όπως ένα αγαθό που ανήκει  σε κάποιον άλλο όπως νιώθει μέσα σ' ένα ξενοδοχείο αυτός που ταξιδεύει. Δεν πρέπει, λέει, να επιθυμείτε, αυτά τα πράγματα που γίνονται, να γίνονται όπως θέλετε αλλά πρέπει να θέλετε να γίνονται όπως γίνονται.

Όλη αυτή η Σοφία πιστεύω ότι μας παρακινεί να προχωράμε και να εξελισσόμαστε στο σύντομο ταξίδι μας στη γη."

Νατάσα Τζ. :

 ΚΑΝΕ ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΡΙΧΤΟ ΣΤΟ ΓΙΑΛΟ..

"Πιστεύω στην αλήθεια που κρύβει η παροιμία αυτή.

Κανένα καλό δεν μπορεί να ονομαστεί καλό αν υπάρχει και η παραμικρή προσδοκία ενός ανταλλάγματος. Όταν το καλό πέφτει στο γιαλό ( όπως λέει η παροιμία ) μπορεί να εξαφανιστεί στα βάθη της θάλασσας. Μπορεί να μας το επιστρέψει πίσω ένα κύμα , τη στιγμή που θα το χρειαζόμαστε.

Η καλοσύνη μας κάνει πιο χαρούμενους και πιο υγιείς ψυχικά και σωματικά.

Οι ειδικοί λένε πως δεν είναι τυχαίο που κάθε φορά που κάνουμε μια ευγενική πράξη νιώθουμε όμορφα. Νιώθουμε όμορφα γιατί ο εγκέφαλος μας γεμίζει σερετονίνη, τον νευροδιαβιβαστή που είναι υπεύθυνος για τα συναισθήματα ικανοποίησης και ευχαρίστησης .

Η καλοσύνη στρέφει την προσοχή μας στον κόσμο , στους ανθρώπους και μας κάνει να συνδεθούμε μαζί τους. Όταν είμαστε καλοί με τους άλλους , βγάζουμε τον εαυτό μας από το κέντρο του σύμπαντος.

Οι πράξεις αυτές ευνοούν το χτίσιμο καλύτερων σχέσεων.

Το αντίθετο του να κάνει το καλό, δεν είναι να κάνει το κακό , αλλά να είσαι απαθής να μην κάνει τίποτα.

Το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής είναι η καλοσύνη και ο σεβασμός απέναντι στον συνάνθρωπο (Χόρχε Μπουκάι) ."

Θανάσης Παπακωνσταντίνου

 Ο (τιμητής των πάντων -ορατών και αοράτων) 

αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλλέτω…

"Από τα παλιά χρόνια ήταν διαδεδομένο το αγώνισμα της λιθοβολίας (από τα αναγνωρισθέντα εξ αρχής στις Ολυμπιάδες της Αρχαιότητας) κι όσοι έστελναν την πέτρα μακρύτερα απολάμβαναν περίσσειες τιμές (και για γαρνιτούρα έναν κότινο ελιάς). Κι αυτό συνέβαινε όχι μόνο σε αγώνες επίδειξης ή και εικονικές παραστάσεις ως “μίμησις πράξεως σπουδαίας”, αλλά σε πραγματικό χρόνο και με πλειάδα επαναλαμβανόμενων περιστατικών. Κάτι σαν έθιμο δηλαδή. 

Μια διαδικασία που ως συνήθη θύματα περιλάμβανε τους εκάστοτε “αδύναμους”, “παρακατιανούς”, “απροσάρμοστους” κατά τα πρότυπα της κάθε εποχής. Και με κατηγορίες και ετυμηγορίες ότι αυτές οι περιπτώσεις είναι “ύβρις” ή απειλή για την κοινωνία (άσε που ψυχαγωγούσε τμήματα της και εν γένει “πουλούσε” ως -με ή άνευ άρτου- θέαμα). Άλλωστε ανέκαθεν “οι βάρβαροι ήταν μια κάποια λύσις”, όπως μονολογούσε σε ώτα μη ακουόντων ο Καβάφης. 

Με την πρόοδο της τεχνολογίας ο ακανόνιστος σχετικά λίθος μετατράπηκε στον Πολιτισμένο Κόσμο σε μεταλλική σφαίρα καθορισμένων διαστάσεων και μάζας και η ρίψη της με τα χέρια (εντός σταδίων) καθιερώθηκε ως σφαιροβολία. Γιατί η ρίψη μιας σφαίρας (αντί λίθου) εξασφαλίζει μέγιστη ευθυβολία και μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους (ο συνηθέστερος γίνεται μέσω μεταλλικών σωλήνων, με την κάννη των όπλων κατά το κοινώς λεγόμενο). Πάντως κατάλληλος για να επιβεβαιώσω αν ο τίτλος της κωμωδίας “όταν πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι ο βαριεστημένος καλλιτέχνης αναστενάζει” είναι ο αρμόζων δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι είμαι...  

Οι ρίψεις δεν περιορίζονται φυσικά μόνο στα αθλητικά δρώμενα. Απεναντίας είναι συχνό καθημερινό φαινόμενο και ανάλογα με τα αντικείμενα μέσω των οποίων εκτοξεύονται και τους στόχους που κάθε φορά επιλέγονται διακρίνονται σε ακαριαίους και βραδυφλεγείς. Οι πρώτες σχεδόν δεν αφήνουν καμιά ευκαιρία στο υποψήφιο θύμα (κατηγορία μπαμ και ...κάτω), ενώ οι δεύτερες το ...σιγοψήνουν(!) μέχρι να υποχρεωθεί σε παραίτηση από οποιασδήποτε αντίσταση ή αντίρρηση. 

Το βαλλόμενο αντικείμενο στις τελευταίες δεν είναι κάτι συμπαγές ή αιχμηρό που προκαλεί ακαριαία αποτελέσματα. Αφήνει όμως μια μόνιμη σχεδόν στάμπα που δύσκολα ξεπλένεται. Συνήθεις δράσεις της κατηγορίας αυτής είναι το πτύειν (κάτι ως έθιμο στη χώρα αν κρίνουμε από ταμπέλες που τόνιζαν την απαγόρευση αυτών των πρακτικών), το γιαούρτωμα (στις νεότερες ηλικίες) ή ...επιχρίσματα κάθε λογής που κύρια πρώτη ύλη έχουν τη λάσπη!

Υπάρχουν βέβαια και ορισμένες εκδηλώσεις χαράς που συνοδεύονται από ρίψεις (σπάσιμο πιάτων ή πέταμα λουλουδιών σε σύγχρονα “πολιτιστικά τεμένη”), που δεν έχουν ανθρώπινο στόχο, αλλά είναι σε κάθε περίπτωση αποκύημα επίδειξης υπεροχής ή έστω εκφράσεις συναισθηματικής ανωριμότητας. Μοιάζουν περισσότερο ως μηχανικές εκκενώσεις απωθημένων και ελάχιστα ως ψυχαγωγικά δρώμενα.

Παρά τις συνήθεις αποδοκιμασίες εναντίον ακραίων κυρίως αντίστοιχων πρακτικών, οι παντός είδους ρίψεις τυγχάνουν (σιωπηρά έστω) ικανής αποδοχής ώστε να διαιωνίζονται, να δικαιολογούνται ενίοτε ή και να “πέφτουν στα μαλακά”, τουλάχιστον στις περιπτώσεις που δεν βάφονται με αίμα. Ανεχόμενοι σε σημαντικό βαθμό ως κοινωνία εκδηλώσεις βίας, ανεξάρτητα κινήτρων (αντεκδικήσεις, οικονομικές διαφορές, βεντέτες, ζηλοτυπίες, περίεργες ενδοοικογενειακές καταστάσεις) ή κι άγαρμπων πρακτικών χαβαλέ… Και με επωδό συγχωροχάρτι “εδώ βράζει το αίμα μας”. 

Λίγο πολύ αυτή είναι η ανατομία των ρίψεων (βίας) αλλά και το υπέδαφος της έμμεσης εντός κάποιων  ορίων ανοχής τους (περιορίζομαι στη χώρα μας) που είναι και το περισσότερο ενδιαφέρων. Ανοχή που οφείλεται σε αρκετές αιτίες με προτεραία την έλλειψη στοιχειώδους θεσμικής παιδείας, όπως δημόσια το ξεστόμισε πρώην πρωθυπουργός: “δεν υπάρχουν θεσμοί, μονάχα ο λαός”. Σε αντίθεση θα έλεγα με μια επαναλαμβανόμενη ατάκα σε παλιά ελληνική ταινία “δεν είμαστε λαός”... 

Ναι κοινωνία κοντά διακόσια χρόνια δεν έχουμε καταφέρει να συγκροτήσουμε. Παραμένουμε αγέλες (άμορφες μάζες) και στις καλύτερες των περιπτώσεων μικρές παρέες εν μέρει και για κάποιο χρονικό διάστημα την υποκαθιστούν. Η συμπόρευση και ο συγχρονισμός σπανίζει ακόμα και στο κοντινό μας περιβάλλον. Υπακούμε μόνο υπό τον φόβο συνεπειών, σαν ο “μπαμπούλας” των παιδικών χρόνων μας να επανέρχεται στο προσκήνιο (αγελαίος παλιμπαιδισμός). Και με την πρώτη ευκαιρία επιδιώκουμε να πάρουμε το Νόμο στα χέρια μας…

Αλλά ως αγέλες έχουμε ακόμα περισσότερη ανάγκη καθοδηγητές. Πλασμένους από μας τους ίδιους ως “όμοιοι ομοίων αεί πελάζει”. Τους πατεράδες (στην πατριαρχική κοινωνία). Αυτούς που θα θέσουν κανόνες, με τρόπο που οι εξαιρέσεις να βρίσκονται σε ημερήσια διάταξη! Που όλοι να είναι ίσοι, αλλά κάποιοι (μπορεί και εμείς οι ίδιοι ανάλογα με το που πέφτει κάθε φορά η μπίλια) να είναι περισσότερο ίσοι. Ώστε να δικαιώνεται και το παλιό ρηθέν: “τα σα μα και τα εμά ...μα”!

Όλη αυτή η θεωρητική διαπλοκή (θεσμική απαιδεία και κατ’ εικόνα και ομοίωση μας ινστρούκτορες) δεν θα μπορούσε να μακιγιαριστεί καλύτερα από μια πλήρως ασαφή έννοια: την αμαρτία. Έννοια που υπαινίσσεται τα μύρια όσα, ερμηνεύεται με όποιον τρόπο θελήσει οποιοσδήποτε, διαχωρίζει αμνούς και ερίφια (αναμάρτητους και αμαρτωλούς) και φυσικά ανοίγει τους ασκούς ζωωδών ενστίκτων. Και όποιον πάρει τελικά ο Χάρος... 

ΥΓ: Η τέταρτη εξουσία (και τα κακέκτυπα της social media) διεκδικούν την πρωτοκαθεδρία στις μέρες μας στο στρατόπεδο των αναμάρτητων αλλά και τιμητών των πάντων. Σε τέτοιο βαθμό που η Ελλάδα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η χώρα των “αμαρτωλών και των κλεφτών”. Περισσότερο όμως θα έλεγα των καταναλωτών σ’ αυτό και σε πολλά άλλα πεδία..."

ΣΧΟΛΙΑ  ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Ι (Πόπη , Νατάσα )

"Ο  από μηχανής θεός

Όλοι οι θεοί είναι από μηχανής. Η κατασκευή τους θυμίζει ένα σύγχρονο πτηνοτροφείο. Χρήσιμος είναι ο κόκορας, αλλά την πολλή δουλειά την κάνει η κλωσσομηχανή. (Θανάσης)

Σε διάφορες εποχές οι άνθρωποι αισθάνονταν ότι δεν μπορούσαν να βρουν λύσεις ή να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής τους και αναζητούσαν έναν από μηχανής θεό στο πρόσωπο ενός ηγέτη, σε ένα ιερό πρόσωπο, στη δογματική προσήλωση σε μια ιδεολογία. Σε ένα τέτοιο «τέλος εποχής» ο Ευριπίδης επέλεξε να εισαγάγει τον από μηχανής θεό για να δώσει λύση στις τραγωδίες του, ή έτσι φαινόταν.

Η επιλογή του «κόκορα» δεν είναι συνήθως η καλύτερη. Όποιος κόκορας είναι πιο πλουμιστός ή έχει τη δυνατότερη φωνή εντυπωσιάζει και θεωρείται ο καταλληλότερος για το πτηνοτροφείο. Όταν αποτυγχάνει και καταλήγει στην κατσαρόλα με χοντρό μακαρόνι, έχει συνήθως προλάβει να διαλύσει το πτηνοτροφείο.

Η αποκοπή από τον Άλλο, η ναρκισσιστική προσήλωση,  η αίσθηση ότι είμαστε μόνοι και αβοήθητοι μπροστά σε ανυπέρβλητα εμπόδια, μια ψευδής αίσθηση κοινότητας  που καλλιεργούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οδηγούν στην αναζήτηση του DEM (deus ex machina). Εκτός από τους λαϊκιστές ηγέτες και ηγετίσκους, το ρόλο αυτό επάξια διεκδικεί και η τεχνητή νοημοσύνη.

[— Πρόσφατα αναφερθήκατε στη διάτρητη έννοια του Σωτήρα, κάτι θέλατε να καταδείξετε με αυτό, φαντάζομαι.
Ναι, επιθυμούσα να πω πως οποιονδήποτε επιλέγουμε να μας σώσει, τον τοποθετούμε σε ένα καλάθι με τρύπες. Πολύ σύντομα θα βυθιστεί από εμάς τους ίδιους που τον πιστέψαμε, θα τον απολύσουμε, θα τον πετροβολήσουμε, θα τον εξορίσουμε από την αποστολή που του εμπιστευθήκαμε. (από συνέντευξη με την Κέιτ Μπλάνσετ)]

Πίστευε και μη ερεύνα

Μην ερευνάς γιατί είναι επικίνδυνο. Μην ερευνάς γιατί θέλω να χειραγωγηθείς από τις δικές μου απόψεις. (Άννα)

Συνδέεται με τα παραπάνω. Το να ερευνάς δεν είναι μόνο (δυνάμει) επικίνδυνο με πολλούς τρόπους, είναι και πολύ δύσκολο και γνωστικά και συναισθηματικά και ψυχολογικά.  Έτσι πολλές φορές αφηνόμαστε να χειραγωγηθούμε σε μία αυθεντία, γιατί είναι πολύ πιο εύκολο. Συχνά μας δίνει μια αίσθηση κοινότητας, μας βοηθάει να κρύψουμε τις δικές μας ανασφάλειες. Από την άλλη η αίσθηση ότι η δική μου άποψη κρατά τα σκήπτρα της ορθότητας ή της εξ αποκαλύψεως αλήθειας, οδηγεί σε πολώσεις, τοξικότητα και βία την κοινότητα.

Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία

Η προσπάθεια και το κουράγιο να ξεπεράσεις τις δυσκολίες το ονομάζουμε ελπίδα, που μας δίνει δύναμη και ώθηση να αγωνιζόμαστε. (Νίκη)

Όταν δεν υπάρχει ελπίδα, είναι που καταφεύγουμε σε δυνάμεις έξω από εμάς. Δεν βρίσκουμε τη δύναμη να παλέψουμε για κάτι και ή αποσυρόμαστε ή εναποθέτουμε την προσπάθεια αυτή στον από μηχανής θεό. Ή, επενδύουμε σε λάθος ελπίδες, που δεν έχουν αντίκρισμα και δεν στηρίζονται σε μια ουσιαστική αποτίμηση των δυνάμεων μας ή σε μία ξεκάθαρη εικόνα αυτού για το οποίο παλεύουμε.

Κική Δημουλά « τα αγνοούμενα»

Πώς δηλαδή με ποιο ασφαλέστερο μέσον
να έφευγες.
Mέσω μιας χειραψίας;
Διάβασε το φάκελό της να φρίξεις
πόσα χέρια χάσανε τη ζωή τους
στους παγετώνες της θαμμένα πόσα
στους καύσωνές της αποτεφρώθηκαν
και πόσα ακόμα τα αγνοούμενα
– τα 'χουνε πια ξεγράψει οι δικοί τους.

Σκέπτομαι
τόσες φορές φιλήθηκε με το Θεό
η ελπίδα όταν
ποιος εγκατέλειπε τον άλλον
δεν έγινε γνωστό
σε βαρυχειμωνιά δημόσια φιλήθηκε
ενώπιον ανθρωπότητος
διάτρητης από πίστη καταρρακτώδη

αναρωτιέμαι την κακολόγησε κανείς
την επιλήψιμη ελπίδα;
Kανείς. Eκτός από εκείνη
την παλαιών αρχών απελπισία.

Ήχος απομακρύνσεων Ίκαρος 2001"

 

ΣΧΟΛΙΑ  ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΙΙ (Μαρία Π. και Μαρία Γ. )

Με αφορμή τα ρητά, που σημάδεψαν τις τρεις συνοδοιπόρους μας στην ομάδα λογοτεχνίας του Φάρου, Ειρήνη, Κική και Σμαρούλα, προσθέσαμε την δική μας οπτική η κάθε μια μας (Μαρία Π και Μαρία Γ)

"Ότι έχουμε στη ζωή μας είναι δανεικό. 

Αυτό το συναντάμε καθημερινά σ’εμάς και στους γύρω μας. Ουσιαστικά δεν έχουμε τίποτα δικό μας, έχουμε απώλειες, κάποιες αποκαθίστανται από κάτι άλλο και κάποιες ποτέ.

Τί ρίχνει ο ουρανός  και δεν το καταπίνει η γη! Ότι άσχημο έως τραγικό συμβαίνει στη ζωή μας, όπως απώλειες αγαπημένων μας, ο άνθρωπος καλείται να το διαχειριστεί σκεπτόμενος πάντα ότι τίποτα δεν είναι δικό μας. Υποτάσσεται στο μοιραίο  και τελικά το αποδέχεται, μετά από συνεχείς βέβαια προσπάθειες.

Κική, Σμαρούλα, Ειρήνη

Αυτή η αντίληψη περί της ζωής ως δανεικής είναι μια βαθιά φιλοσοφική προσέγγιση που υπογραμμίζει  τη μη μόνιμη φύση των πραγμάτων. Είναι μια υπενθύμιση για να εκτιμήσουμε και να αξιοποιήσουμε τον χρόνο και τις ευκαιρίες που έχουμε στη διάθεσή μας.

Η αποδοχή του μοιραίου και η σκέψη ότι τίποτα δεν είναι δικό μας μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των δυσκολιών και των απωλειών στη ζωή. Αντί να αντισταθούμε στις αλλαγές και τις απώλειες, μπορούμε να μάθουμε να προσαρμοζόμαστε και να επωφελούμαστε από τις ευκαιρίες που προκύπτουν από αυτές τις αλλαγές. 

Μαρία Π

“Ότι έχουμε στη ζωή μας είναι δανεικό...προσφέρει ή αφαιρεί αξία από τη ζωή μας; φρενάρει την πνευματική μας ολοκλήρωση; Γιατί έρχεται η στιγμή που έχουμε την εσωτερική ανάγκη να παραμερίσουμε την καθημερινή δίνη και να βάλουμε φρένο στο ασταμάτητο βουητό του μυαλού μας; Ίσως εδώ να αρχίζει μια αληθινή πρόκληση για το τί έχουμε δικό μας στη ζωή. Ένας τρόπος απάρνησης για ότι μας πνίγει…”

Μαρία Γ.


"Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν! (Κατά Ματθαίον κεφάλαιο 22)

Καλό είναι να είμαστε μεταξύ μας αγαπημένοι, διότι η αγάπη μας βοηθάει να ζούμε και να εξελισσόμαστε σ’ένα κλίμα γαλήνης. Για να γίνει όμως αυτό, ο καθένας μας πρέπει να μάθει πρώτα να αγαπάει τον εαυτό του. Γιατί χωρίς αγάπη για τον εαυτό μας είναι αδύνατον να αγαπήσουμε τον συνάνθρωπο.

Κική, Σμαρούλα, Ειρήνη

Αγαπώντας τον εαυτό μας, αναγνωρίζουμε την αξία και την αυτοσεβασμό. Αυτό δεν σημαίνει εγωισμό, αλλά την ικανότητα να φροντίζουμε τον εαυτό μας, να έχουμε σεβασμό προς τις ανάγκες μας και να αναπτύσσουμε την εσωτερική μας ευτυχία. 

Μαρία Π

  Η αγάπη είναι το μέγιστο των συναισθημάτων, θαυματουργό, σ ’αφήνει έξω από τη ζήλεια, τη ματαιότητα, την απληστία, τη φιλοδοξία. Η αγάπη είναι ΖΩΗ και η αξιοποίησή της αξίζει την κάθε στιγμή. Αγαπώντας τον συνάνθρωπο δίνουμε και παίρνουμε πολύ δύναμη, με μια αγκαλιά, μ ’ένα χάδι δημιουργούμε μια μαγεία στα χέρια μας θεραπευτική και ισχυρή. Η συγγραφέας Γαλάτεια Σουρέλη έγραψε κάποτε: “...όλα μου τα δώσατε! Αχ τι να πεις; πως χρειαζόμουν πάντα αγάπη; Αγάπη μωρέ! Πανάκριβη κατάντησε, ακρίβυναν λέει τα νοίκια, το φως, το κρέας… κανένας υπουργός Οικονομικών δεν μίλησε αν ακρίβυνε η αγάπη. Οι υπουργοί σ’ όλον τον κόσμο μιλούν για έλλειψη οξυγόνου, πράσινου, για τη ρύπανση. Δεν βγήκε κανείς στο γυαλί να πει για την έλλειψη στον πλανήτη μας του αγαθού εν ανεπαρκεία, της αγάπης. Μωρέ κανενός δεν του’ λειψε;…”


Μαρία Γ.

ΣΧΟΛΙΑ  ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΙΙΙ (Κικής Μ, της Σμαρούλας Β. και  Ειρήνης Β.)

 

 Σχολιάζοντας μερικά ρητά και κάποιες στερεότυπες φράσεις των Μαρία Π. και Μαρία Γ.

«Κάθε εμπόδιο για καλό».

«Όσο κακή κι αν είναι μια κατάσταση θα αλλάξει σε κάποια στιγμή».

«Τίποτα δεν μένει αμετάβλητο».

«Θα περάσει κι αυτό».

Όλα τα παραπάνω εκφράζουν ελπίδα. Όμως, αυτός που αντιμετωπίζει τη δύσκολη κατάσταση χρειάζεται και τόλμη και λίγο τύχη για να μην τον πάρει το κύμα.

Το βλέπουμε εκ των υστέρων γιατί αυτό που δεν ευοδώθηκε μπορεί να μας οδηγούσε σε άσχημο μονοπάτι.

Μην παρασύρεσαι από μια ξαφνική επιτυχία. Γιατί πολύ σύντομα μπορεί να μεταστραφεί. Χρειάζεται μια ταπεινότητα.

Όλοι χρειάζονται μια αγκαλιά. Ένα χτύπημα στην πλάτη. Μια παρουσία. Κάποιον να τους ακούσει.

Η συμπληρωματική γνώμη της Κικής  της Σμαρούλας  και της Ειρήνης για τα παραπάνω ρητά και φράσεις

«Όσο κακή και να είναι μια κατάσταση θα αλλάξει σε κάποια στιγμή»/«Θα περάσει κι αυτό».

Σίγουρα θα αλλάξει αλλά, για να μην κρατήσει πάρα πολύ και να προλάβουμε να τη δούμε να αλλάζει ή για να καλυτερεύσει όσο θα υφίσταται ακόμα, θα βοηθούσε και η δική μας στάση, που δεν πρέπει να είναι παθητική ή μοιρολατρική.

«Κάθε εμπόδιο για καλό»

Το λέμε και για να παρηγορηθούμε που μια επιδίωξή μας απέτυχε ή επειδή δεν ήμασταν απόλυτα σίγουροι ότι αυτό που επιδιώκαμε ήταν ικανοποιητικά καλό.

Μην παρασύρεσαι από μια ξαφνική επιτυχία. Γιατί, πολύ σύντομα μπορεί να μεταστραφεί. Χρειάζεται μια ταπεινότητα.

Πραγματικά δεν πρέπει να ενθουσιαζόμαστε από μια επιτυχία μας που δεν ήταν αποτέλεσμα προσπάθειας αλλά θέμα τύχης. Γιατί, αλλιώς, μπορεί σε λίγο να περάσουμε από τον ενθουσιασμό στην απογοήτευση.

Όλοι χρειάζονται μια αγκαλιά. Ένα χτύπημα στην πλάτη. Μια παρουσία. Κάποιον να τους ακούσει.

Η τελευταία τούτη στερεότυπη φράση, που την ορθότητά της κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει, μας θύμισε δύο ενδιαφέροντα σχετικά με αυτή πράγματα:

1.την επιστημονική πληροφορία ότι νεογέννητα που συνέβηκε να ταΐζονται χωρίς, όμως, και να έρχονται σε περαιτέρω επαφή με ανθρώπους δεν επιβίωσαν

2.την ερώτηση: «από φίλους πώς πάτε;», που έγινε από ψυχολόγο κατά τη διάρκεια συνεδρίας με πελάτισσά του και προκειμένου αυτός να αποφανθεί αν αυτή είχε ή όχι ψυχολογικό πρόβλημα.





 Στην ομάδα μας ήρθε ακόμα ένα θεατρικό με τελική επεξεργασία- δημιουργία της Άννας Ασημίνα πάνω στις Ιστορίες Πολέμων που διηγήθηκαν μέλη της ομάδας και συνέπλεξαν ως ελεύθερο διάλογο άλλα μέλη της ομάδας:

ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ  ΕΠΙΣΚΕΨΗ

……………………………………………………………………………………………..

Ομάδα Φάρος  ( Μαρία, Ειρήνη, Άννα) 

Ιστορίες  πολέμου.

……………………………………………………………………………………………………

ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ        88 χρονών και πεθερά της Μαρίας.

ΜΑΡΙΑ              49 χρονών , φίλη της  Άννας.

ΑΝΝΑ                 56 χρονών, φίλη της Μαρίας.

ΑΝΤΩΝΗΣ           77 χρονών , πραματευτής ειδών προικός.

……………………………………………………………………………….......................................

          (   Εσωτερικό σαλονιού, μεσοαστικής οικογένειας.  Άνοιξη  του 2018.    )

 

Ντρίν….ντρίν    (  κουδούνι  εξώπορτας  )

 

ΜΑΡΙΑ  ( ανοίγει τη πόρτα)

Έλα , καλώς ήλθες! Πέρασε μέσα . Ακριβής  στην ώρα σου, όπως πάντα.

 

ΑΝΝΑ

 Γεια σας! Καλέ, τι μοσχοβολάει  τόσο όμορφα  εδώ μέσα;

 

ΜΑΡΙΑ

Αχ!  Τρέχω ,τρέχω να  βγάλω το κέικ απ’ το φούρνο.

 

ΑΝΝΑ

Καλά κι έφερα σιροπιαστά.

 (Κρατάει κουτί με γλυκά και πλησιάζει τη Σταυρούλα  που πλέκει καθισμένη στη πολυθρόνα δίπλα στο παράθυρο)

Η κυρία Σταυρούλα θα είστε ασφαλώς. Εγώ είμαι η Άννα. Τόσο καιρό μου μιλάει η Μαρία για σας, και δεν έτυχε να σας γνωρίσω από κοντά. Τα καλύτερα μου λέει.  Τι πλέκετε;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Έλα κάτσε κοντά μου να σου δείξω. Μπλούζα  ξεμανίκωτη  για την εγγονή μου.  Με βαμβακερό νήμα για την εποχή. Η Άννα είσαι λοιπόν; Έχω το ζάχαρό μου , μα μισό σιροπιαστό θα το φάω.

 

ΑΝΝΑ

Τα μπακλαβαδάκια  δεν κάνουν. Σαν να το μάντεψα, και πήρα  και γαλακτομπούρεκο .Είναι πιο κατάλληλο λόγω της κρέμας. Μπλούζα… μμ… Το χρώμα είναι υπέροχο ,και πόσο στρωτά πλέκετε! Μπράβο σας!

 

ΜΑΡΙΑ  (ακούγεται η φωνή της από τη κουζίνα)

Ετοιμάζω τους καφέδες  ή προτιμάτε  τσάι ;  

 

ΑΝΝΑ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ  (μαζί)

Ελληνικοί σκέτοι…..

 

ΑΝΝΑ   (κοιτάζοντας από το παράθυρο)

Τι θέα!!! Μέχρι κάτω το κάμπο και τη θάλασσα….

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ  

Ναι, τα στερνά μου χρόνια  γραφτό ήταν  να τα περάσω στη Σάμο. Την διάλεξαν ο γιός μου και η νύφη μου, χωρίς να έχουμε καμιά καταγωγή από δω. Αλλά είμαι ευχαριστημένη. Μ’  αρέσει πολύ ο τόπος και οι άνθρωποι. Από το 2004  είμαι εδώ. Εσύ,  εδώ γεννήθηκες;

 

ΑΝΝΑ

Ναι, γέννημα θρέμμα.  Μα για να μη λέω ψέματα, έχω μικρασιάτικες ρίζες από τον πατέρα του πατέρα μου.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Πρόσφυγες  ήρθαν;  Με τη καταστροφή;  Εγώ εκείνη τη χρονιά γεννήθηκα το 1922 στη Φθιώτιδα, στο χωριό Μάρμαρα.

 

ΑΝΝΑ

Έτσι ε;   Απ’ ότι έψαξα  κυρία Σταυρούλα μου, η οικογένεια του παππού μου ήρθε με τις διώξεις του’14 απ’ τη Τουρκία.  Άφησαν το βιός τους, νοικοκυραίοι άνθρωποι και το χωριό τους.  Κάτω Παναγιά το λέγανε ,κοντά στη Σμύρνη. Να γλιτώσουν. Ο παππούς μου ήτανε 15 χρονών και είχανε σκοτωθεί  σε ενέδρα  τρία  αδέρφια του πατέρα του. Αφορμή  έγιναν τα φονικά  κι έφυγαν…

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ  ( βαθύς αναστεναγμός)

Οι πόλεμοι παιδί μου, μονάχα καταστροφές φέρνουν. Κάθε οικογένεια κουβαλάει  μια σκληρή  ιστορία  στη πλάτη. Τι να λέμε τώρα;

(παύση ολιγόλεπτη)

 

ΜΑΡΙΑ

 

( Εμφανίζεται στο σαλόνι με το δίσκο στα χέρια)

Να και τα καφεδάκια μας….  Το κέικ στο τσακ το πρόλαβα .Μισό γαλακτομπούρεκο στη μαμά….

(χτυπάει το τηλέφωνο, η Μαρία το σηκώνει)

Αχ, δυσκολεύομαι τώρα, έχω επισκέψεις. Δεν μπορείς αύριο; Καλά …κατεβαίνω.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Τι συμβαίνει;

 

ΜΑΡΙΑ

Ο εργάτης για τα κλαδέματα. Μια βδομάδα προσπαθούμε να συνεννοηθούμε  και  σήμερα που ήρθε η Άννα  βρήκε την ώρα. Με το έτσι θέλω. Δεν έχει  λέει άλλη μέρα κενή.

 

ΑΝΝΑ

Μην το σκέπτεσαι καθόλου. Πήγαινε να κάνεις τη δουλειά σου. Ξένη είμαι;  Άλλωστε με τη κυρία Σταυρούλα  θα κάνουμε καλή παρέα.   Αλήθεια…

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Ναι, θα κάνουμε .

 

( η Μαρία εμφανώς στενοχωρημένη φεύγει)

 

ΑΝΝΑ

Ξέρετε κυρία Σταυρούλα , για να συνεχίσουμε από κει που το αφήσαμε, αυτό που είπατε για το πόλεμο είναι  σωστό.  Ο πατέρας μου ,γεννημένος το 1921, ένα χρόνο μεγαλύτερός σας  δηλαδή ,έχασε σε ναυάγιο τα  αδέρφια του, 19 και 21 χρονών παλικάρια . Το 1946 . Ο ένας Ναύτης  κι ο άλλος Αεροπόρος. Από φωτογραφία τους γνώρισα.  Ήταν να πάρει κι ο πατέρας μου το καράβι μαζί τους ,μα το προηγούμενο βράδυ ανέβασε υψηλό πυρετό κι έμεινε πίσω. Ήτανε τυχερό του να ζήσει. Δεν μιλούσε όμως ποτέ για τη τραγωδία που χτύπησε  την  οικογένεια του. Απέφευγε.  Μόνος του είχε πάει για την αναγνώριση των σορών  στο νεκροτομείο.  ( μικρή παύση)   Για σκέψου…  Τέσσερις στρατεύσιμοι  στο δεύτερο Παγκόσμιο  Πόλεμο που πολέμησαν  στη Μέση Ανατολή. Παιδιά της ίδιας οικογένειας.  Είχαν φύγει όλοι απ’ τη Σάμο  οχταμελής οικογένεια, όταν οι Γερμανοί επιτάξανε το σπίτι τους. Δεκέμβριος του ’41. Με πλεούμενο της κακιάς ώρας , που κινδύνευε να ανατραπεί , μέσω Τουρκίας  και  με πολλές περιπέτειες  και κακουχίες  βρέθηκαν  Μέση Ανατολή.

 

ΣΤΑΥΡΟΎΛΑ

Αχ!  παιδί μου, μην μου τους αναφέρεις τους Γερμανούς. Τους ξέρω από πρώτο χέρι.

 

ΑΝΝΑ

Δηλαδή πώς;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Θέλεις  να μαυρίσει η ψυχή μας;  Να ξύσουμε τις πληγές; Περασμένα ξεχασμένα. Αν και ξεχασμένα δεν γίνονται ποτέ. Ακόμα στον ύπνο μου έρχονται. Άστα να πάνε.

 ( αλλάζει ύφος και χαμογελάει)

  Έλα να μου πεις, πώς περνάτε με τη Μαρία στη χορωδία;  Τι καλά που κάνετε… Σαν νεράκι περνάει η ζωή. Αν ήμουνα  πιο νέα  θα  ερχόμουνα  κι εγώ. Είμαι καλλίφωνη να ξέρεις…

 

ΑΝΝΑ (γελώντας)

 Ναι!  Καλά θα ήταν να σας είχαμε μαζί μας.    ( μικρή παύση …με δισταγμό)

Όμως εγώ επανέρχομαι. Δεν θέλω να σας φέρω σε δύσκολη θέση , αλλά να ,εάν θέλετε  κι αν δεν σας κουράζω,  θέλω ν’ ακούσω την ιστορία σας.  Στα χρόνια του πολέμου.  Θα μ’ ενδιέφερε πολύ.  Συγκεντρώνω παρόμοιες ιστορίες .

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

( με αργές κινήσεις μαζεύει το κουβάρι και διπλώνει προσεκτικά το μισοτελειωμένο πλεκτό της. Τα τοποθετεί στο ψάθινο καλαθάκι που βρίσκεται στα πόδια της. Κάθεται αναπαυτικότερα  κι αρχίζει τη  διήγησή της .)

 Για το χατίρι σου θα τα πω ακόμα μια φορά... Δεν ξεχνιούνται ποτέ.  Σε σημαδεύουν… Λοιπόν ,αγροτική οικογένεια  ήμασταν ,  όμορφα ζούσαμε  και μετρημένα  όπως  όλος ο  κόσμος.  Θανάσης ο πατέρας μου, Αλεξάνδρα η μάνα μου. Πήγα στο Δημοτικό Σχολειό κι εγώ και ξωπίσω τα μικρότερα αδέρφια μου, ο Κώστας κι η Χρυσάνθη. Ήμουν  η μεγαλύτερη. Γραμματιζούμενος ο πατέρας μου ήταν κοινοτάρχης, που να μην ήταν , αν με ρωτάς. Μπορεί τότε , για τη Κατοχή μιλάμε τώρα ,να μη τον φυλακίζανε πρώτο και καλύτερο στα αντίποινα . Οι  δικοί μας είχαν σκοτώσει Γερμανό αξιωματικό . Τον πήγαν στις φυλακές της Αθήνας  στο Χαϊδάρι, μαζί με άλλους  χωριανούς  μας. Η μάνα μας  φιλάσθενη και άβουλη από χαρακτήρα κατέρρευσε. Πήρα τα πάντα απάνω μου, να σκάβω, να φυτεύω, να φυλάω τις κότες μας, το χωραφάκι μας , μη μας κλέψουν τα κηπευτικά, να πλένω , να μαγειρεύω.…48 χρονών ο πατέρας τότε, και να μας τρώει το σαράκι της αγωνίας  κάθε μέρα και νύχτα. Θα δώσουνε χάρη ή θα τους εκτελέσουν; Εξάμηνο παιδευόμασταν έτσι κι ελπίζαμε. ..Ψεύτικες υποσχέσεις  μας δίνανε όταν κάναμε προσπάθειες να τον σώσουμε και δώσαμε ότι χρυσαφικό είχαμε. Δηλαδή τι; Ψιλοπράματα .Τους βαφτιστικούς  σταυρούς και μερικές χρυσές λίρες που είχε η μάνα μας κρυμμένες στα εικονίσματα.

 

ΑΝΝΑ

( σε μικρό μπλοκάκι σημείωνε )

Και τι απέγινε; Σώθηκε;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

 Μακάρι να σωνότανε. Μαύρη μέρα ήτανε , η μέρα που μας ειδοποιήσανε να πάμε να τον παραλάβουμε να τον κηδέψουμε. Από κει κι έπειτα η μάνα μας πήρε πιο πολύ τη κάτω βόλτα. Την φρόντιζα σαν να ήταν το  μικρό μου παιδάκι. Έπαθε το νευρικό της σύστημα. Είχε χάσει κι ένα της παιδί από αρρώστια,  πριν την εκτέλεση του άντρα της. Ο Θεός το πήρε το δύστυχο, φαίνεται  γιατί  δεν ήθελε να σηκώσω περισσότερο  βάρος  στις πλάτες  μου .Μπορεί και να μη το άντεχα. Ποιος ξέρει;

 

ΑΝΝΑ

Κι ύστερα ;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Πορευτήκαμε όπως μπορούσαμε. Πείνα, φτώχεια παντού. Πότε είχαμε να φάμε και πότε όχι.  Πριν τελειώσει ο εμφύλιος, που αδερφός τον αδερφό σκότωνε , αποφάσισα να  πάμε να  ζήσουμε  όλοι μας  στη Λαμία. Είχα και συγγενείς εκεί που με βοήθησαν όπως μπορούσαν, και τώρα που το σκέπτομαι άγια έκανα. Τακτοποιηθήκανε τα αδέρφια μου. Οδηγός ασθενοφόρου ο αδερφός μου και νοσοκόμα η αδελφούλα μου στο Νοσοκομείο της Λαμίας. Καλοπαντρευτήκανε και κάνανε παιδιά κι όμορφες οικογένειες. Η ικανοποίησή μου μου  ήταν μεγάλη  γιατί  ήμουνα και  πατέρας  και  μάνα  για  τα αδέλφια μου .  Με τη δύναμη του Θεού τα κατάφερα.

 

ΑΝΝΑ

Και εσείς πότε παντρευτήκατε;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Εγώ παιδί μου, πήγαινα ολοταχώς για το ράφι

 ( χαμογελάει πικρά και παίρνει μια βαθιά ανάσα)

Με τόσα βάσανα , πού καιρός για παντρειές; Τριανταπέντε χρονών έφτασα, απόφαση το πήρα  πώς ανύπαντρη θα έμενα. Αλλά και κανένας δεν ξέρει να πει με σιγουριά , ποιό θα ‘ναι το γραμμένο του. Έτσι δεν είναι;

 

ΑΝΝΑ

Έτσι ακριβώς όπως το λέτε….

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Λοιπόν που λες, έρχεται και με βρίσκει μια συγχωριανή μου  κι αφού είπαμε τα νέα μας , μου σκάζει το μυστικό! Ήρθε να με προξενέψει. Το σκέφτηκα από δω, το σκέφτηκα από κει κι αφού τον είδα, εκ του μακρόθεν πρώτα  και μου άρεσε είπα το ναι.

 

ΑΝΝΑ

Και καλά κάνατε.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Τώρα που έχω πολύ καιρό, και τα φέρνω στο νου μου όλα τα παλιά , σκέφτομαι πώς μπορεί να  με τράβηξε κοντά του ,το ότι ήτανε πονεμένος σαν εμένα, το ότι είχε ίδια ηλικία με τον πατέρα μου, τότε που τον έχασα, και το ότι είχε ορφανά αγόρια από μάνα…  Ποιος ξέρει;

 

ΑΝΝΑ

 Και τι έγινε παρακάτω;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Χήρος λοιπόν που λες,  και χτυπημένος από  χάρο με άλλο τρόπο. Από την κακιά αρρώστια. Μέχρι το σπίτι του πούλησε  και καλά δεν έγινε η γυναίκα του. Στο νοίκι ζούσαν.  Άμα έβλεπα  τα ματάκια των παιδιών να με κοιτάζουν, έλεγα μέσα μου καλά που έκανες Σταυρούλα.  Τα ορφανά σε χρειάζονταν.  Για να τα μεγαλώσεις. Τέσσερα το ένα ήταν, και το άλλο ίσα που έπαιρνε τα πρώτα του βήματα.  Ο  Γιώργος, έτσι τον λέγανε τον άντρα μου, ήτανε βολικός, εργατικός  και καλός άνθρωπος. Παντρευτήκαμε το 1957.  Βρήκα έτοιμο νοικοκυριό. Ούτε πιρούνι δεν αγόρασα που λέει ο λόγος.

 

ΑΝΝΑ

Στη Λαμία όλα αυτά;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Όχι… στην Αθήνα, είχε ο Γιώργος ένα μικρό γαλακτοπωλείο και καφενείο μαζί. Κοντά στο Σταθμό Λαρίσης , στον  Άγιο Παύλο. Το 1959  γεννήθηκε ο Θανάσης μας ,που πήρε το όνομα του αδικοχαμένου μου πατέρα.  Εύκολο δε το λες  που τεκνοποίησα σε ηλικία 37 χρονών, μεγαλούτσικη για πρώτο παιδί. Μεγάλωσε η οικογένεια και πιο πολλές ανάγκες είχαμε, η δουλειά μας ευτυχώς  πήγαινε καλά. Αράδα οι κρέμες και τα ρυζόγαλα. Τα τρία μου αγόρια ,μοιράζανε τους καφέδες ,τα γιαούρτια, τις τυρόπιτες κι  ότι  άλλο στα γύρω μαγαζιά και τις Τράπεζες . Μαγείρευα κάθε μέρα ένα με δύο φαγάκια  σπιτικό  στους μόνιμους  εργένηδες πελάτες μας. Αμέ!  Έτσι προκόψαμε. Αγοράσαμε και δικό μας σπίτι  με κουμάντο και οικονομία. Παρουσιάστηκε μια θέση στη Πυροσβεστική για το Γιώργο και  του είπα να πας . Κράτησα μονάχη μου το μαγαζί  και με βοήθαγαν , τα παιδιά και κείνος όποτε μπορούσαν. Τα χρόνια περνούσαν.   Με τη βοήθεια του Θεού τα καταφέραμε. Τα παιδιά τα σπουδάσαμε, τα παντρέψαμε και κάνανε οικογένειες και τα καμαρώναμε. Το Γιώργο μου τον έχασα το 1992. Πολύ μου στοίχησε. Αλλά έτσι είναι η ζωή. Ούτε μαζί  ερχόμαστε ,ούτε και μαζί φεύγουμε.

(η Σταυρούλα πήρε το πλεχτό της στα χέρια κι ετοιμάστηκε να συνεχίσει)

 

ΑΝΝΑ

Όλη η ζωή σας κυρία Σταυρούλα,  μου φάνηκε σαν μυθιστόρημα.  Κι εσείς μια  αφανής ηρωίδα τόσο δυνατή κι αξιοθαύμαστη. Κι η αφήγησή  σας,  με όμορφη  ροή  και διαύγεια!  Συγκινήθηκα. Πόσο  σας ευχαριστώ….

 

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

( χαμογελάει ,κουνώντας το κεφάλι της)

Η ζωή μας οδηγεί  κατά τα κέφια της , κι ο καθένας μας  παιδί μου, ας κάνει το καλύτερο…

 

ΜΑΡΙΑ

(μπαίνει στο σαλόνι ερχόμενη απ’ το κήπο, με χαρούμενη διάθεση. Αφήνει μισάνοιχτη τη πόρτα)

Πώς περνάτε ; Τα είπατε όλα; Ή μήπως κάτι ξεχάσατε;

 

ΑΝΝΑ

Είπαμε σπουδαία πράγματα…. Οι κηπουρικές σου εργασίες προχωρούν;

 

ΜΑΡΙΑ

Ναι, καλά πάνε μόνο που έχασα την παρέα σας.

 

ΑΝΝΑ

 Καλέ, θα ξανάρθω. Φίλες γίναμε!

(  Ακούγονται βήματα στη σκάλα και στη μισάνοιχτη πόρτα στέκεται ο Αντώνης. Διστάζει να περάσει μέσα και κρατάει στα χέρια του μια  μεγάλη τσάντα.)

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Βρέ…βρέ  καλώ στον, σα τα χιόνια! Πώς από δω;

 

ΜΑΡΙΑ

Πέρασε μέσα  κυρ. Αντώνη, μη στέκεσαι στη πόρτα.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Καλησπέρα, να μην ενοχλώ. Περαστικός ήμουνα  κι είπα να έρθω να δω τι κάνει η κυρία Σταυρούλα και…..

(η Μαρία έχει στραμμένη τη πλάτη στη Σταυρούλα και δεν αντιλαμβάνεται το κρυφά απεγνωσμένο νεύμα της  Σταυρούλας  προς  τον Αντώνη.)

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Πήγαινε  Μαρία εσύ, και  μην ξεχάσεις  να του πεις να μου μεταφυτέψει τη γαρδένια.

 

 

ΜΑΡΙΑ

Ναι, θα το πω…  Με συγχωρείται που πρέπει να κατέβω πάλι κάτω. Δίνω οδηγίες στον άνθρωπο που κλαδεύει , μη μου τα κουτσουρέψει πολύ και…

 

 

ΑΝΝΑ

( την διακόπτει)

Πήγαινε και μη σε νοιάζει… θα φέρω κέρασμα εγώ στον  κύριο  Αντώνη.

( η Μαρία φεύγει )

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

( προς την Άννα)

Της αρέσει όλα να τα ελέγχει. Σαν εμένα. Θαρρείς και τη γέννησα. Θα μπορούσε να τον αφήσει μονάχο να κάνει τη δουλειά  , αλλά δε πειράζει.

( Σηκώνεται από τη πολυθρόνα και σιγά και συνωμοτικά ,απευθυνόμενη  στον Αντώνη):

Το ‘φερες;

 

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

(ανοίγοντας τη τσάντα του)

Κόντεψα να τη πατήσω . Να το φανερώσω. Τη τελευταία στιγμή το θυμήθηκα. Έφερα τρία κομμάτια ωραιότατα να διαλέξεις. Για μικρή ροτόντα, όπως μου είχες πει. Κέντημα της μηχανής και ποιότητα πρώτης.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Καλά  έκανες Αντώνη. Αυτό νομίζω θα είναι του γούστου της.

( απευθυνόμενη στην Άννα που στην αρχή  δείχνει να μην καταλαβαίνει )  μην πεις  κάτι στη Μαρία σε παρακαλώ. Είναι το δώρο μου για τα γενέθλιά της.

 

ΑΝΝΑ

Τίποτα δε λέω ,λόγω τιμής.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Η  Άννα από δω ,  είναι  φίλη της  Μαρίας  και μαζεύει  ιστορίες  από το πόλεμο. Φέρε το τραπεζομάντηλο να το κρύψω.  Με το κίτρινο κέντημα….

(βάζει το δώρο στο καλάθι του πλεξίματος  κι από πάνω το καλύπτει με τα κουβάρια.)

 

ΑΝΝΑ

Χαίρω πολύ.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Να είσαι καλά,  κι εγώ χαίρομαι. Τι τον θέλεις τον πόλεμο και μας τον θυμίζεις;  Εμένα μ’ αρέσει να μαζεύω χωρατά  κι ανέκδοτα.  Να τα λέω για να γελάμε.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Καλά κάνεις , το γέλιο μακραίνει τη ζωή, δε λένε; Μα όταν  ζητήσει η κοπέλα κάτι να της πεις για το πόλεμο, να της το πεις. Κοίτα που περιμένει με το μπλοκάκι και το στυλό στο χέρι.  Μην τη κακοκαρδίσουμε που την άφησε  η φιλενάδα της  και η απογευματινή επίσκεψη πήγε περίπατο…. ε… Αντώνη;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Καλά, καλά κάτι θα σκεφτώ να πω.

 

ΑΝΝΑ

( Ακούγεται η φωνή της από τη κουζίνα, καθώς ετοιμάζει κέρασμα για τον Αντώνη)

Έχετε ζάχαρο κύριε Αντώνη;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Όχι. Γιατί; Είναι απαραίτητο; Βολεύουν πίεση κι αρθριτικά;

 

ΑΝΝΑ

(εξακολουθώντας να ακούγεται από την κουζίνα)

Τώρα έρχομαι ….

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Αχ τα νιάτα μας ,κυρία Σταυρούλα μου…  έχουνε αναμνήσεις από το καταραμένο πόλεμο.

 

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Κράτα την όρεξή σου , να τα διηγηθείς στη κοπέλα . Τώρα έρχεται . Φουσκώνει το καφεδάκι σου. Πώς τον θέλεις; Μέτριο;  Ξέχασες να της πεις. Μα δε σε ρώτησε η ευλογημένη . Για τις αρρώστιες  ρώτησε .

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Θα δεις. Μέτριο θα τον κάνει. Το διαισθάνομαι.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Πάντα  χωρατατζής  Αντώνη ,καθόλου δεν άλλαξες.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι, δε λένε;

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Έτσι είναι….

 

ΑΝΝΑ

(ακουμπάει το δίσκο με τον καφέ στο τραπεζάκι)

Λοιπόν  κύριε Αντώνη, θα μου πείτε αναμνήσεις από τον πόλεμο;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

( ρουφώντας τον καφέ του)

Να σου πω, γιατί να μην σου πω;   Ωραιότατο καφέ μέτριο μου έκαμες και δροσερό νεράκι και σιροπιαστό γλυκό και ξεροψημένο κέικ που μοσχοβολάει. Να σου πω, γιατί να μην σου πω;

( η Σταυρούλα  χαμογελά ευχαριστημένη και η Άννα κάθεται κοντά τους)

Ο μεγαλύτερος  ήμουν από τα εφτά αδέρφια μου και τα προστάτευα όσο μπορούσα.  Φτώχεια τότε και πού να θρέψει ο πατέρας μας τόσα στόματα .Όλες τις δουλειές τις έκανε. Κι εγώ από δίπλα του, ο καλύτερος μαστοράκος  Το ψωμάκι που ξεφούρνιζε η μάνα μας γινόταν ανάρπαστο.  Κι όλο γυρεύαμε να μας κόψει μια μεγάλη φέτα με πελτέ από πάνω. Κι αυτή μας έλεγε τώρα δα φάγατε , πάλι γυρεύετε;  Γεννήθηκα το 1933 στο μεσαίο Καρλόβασι, στο Κοτρώνι.  Μια γειτονιά που έτσι τη λένε μέχρι σήμερα.

 

ΑΝΝΑ

Στη Κατοχή είσαστε παιδάκι. Τι θυμάστε;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Οι Ιταλοί όλο μαντολίνα και κιθάρες. Τραγουδούσαν και δεν τους φοβόμασταν. Εμείς ξυπόλυτα και συνέχεια πεινασμένα τους ακολουθούσαμε και μας χάριζαν κονσέρβες κι αφράτα ψωμάκια. Πανιότες τα λέγανε . Σαν μαζευότανε μεγάλη πιτσιρικαρία, οι στρατιώτες τσακώνανε μερικά και τα κρεμνούσαν ανάποδα, με το κεφάλι τους να ακουμπάει στο χώμα, για να φοβηθούν οι υπόλοιποι και να σκορπίσουν. Μονάχα τρείς φορές με πιάσανε ,μα δεν μ’ ένοιαξε καθόλου. Θυμάμαι μετά γέμισαν τη τσέπη μου με διάφορα. Μέχρι σοκολάτα σαν μεγάλη πλάκα. Έτρεξα καταχαρούμενος στο σπίτι να τα μοιραστούμε όλοι.

 

ΑΝΝΑ

Και με τους Γερμανούς πώς ήταν;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Αυτοί αστεία δε σήκωναν. Σκληροί κι αγέλαστοι άνθρωποι. Όταν ελευθερωθήκαμε , δεν προλάβαμε να ανασάνουμε και ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος. Δεν θα ξεχάσω που κουβαλούσαν τους σκοτωμένους αντάρτες και τους ξεφόρτωναν στις αλάνες να περνάει ο κόσμος να τους βλέπει. Άγρια πράματα …

 

ΑΝΝΑ

Κ ι από σχολείο τι γινότανε;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

 Πού καιρός για σχολείο σε φτωχιά και πολυμελή οικογένεια; Κατά διαστήματα πήγαινα,  με την πάνινη τσάντα μου αλλά ήμουνα έξυπνος και  τα’ πιανα στον αέρα. Η αριθμητική μου άρεσε, αργότερα ζωγράφιζα κι έπαιζα και καλή ντάμα.   Ένα φεγγάρι , κει δα το 1962 θα ήταν, πήγα Αθήνα να δουλέψω στις οικοδομές.  Δεν κάθισα γιατί δεν με σήκωνε η πρωτεύουσα και η πολυκοσμία.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Ήτανε όμως τυχερό να σε γνωρίσουμε Αντώνη.

 

ΑΝΝΑ

Που γνωριστήκατε δηλαδή;

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Έχω φάει εγώ στιφάδο μοσχαράκι από τα χέρια της κυρίας Σταυρούλας να γλείφεις τα δάχτυλά σου .Και με τον κύριο Γιώργο παίζαμε τάβλι και ντάμα όποτε μπορούσαμε. Στο τάβλι με κέρδιζε , στη ντάμα όχι.

 

ΑΝΝΑ

Μη μου πείτε πως  πηγαίνατε σαν πελάτης στο γαλακτοπωλείο….

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Να σου πω, γιατί να μην σου πω; Καλά το μάντεψες κι έτσι είναι. Γιατί ο κόσμος εκτός που είναι μεγάλος ,είναι και πολύ μικρός.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Για θυμήσου Αντώνη την έκπληξη , τότε στο καφενείο  στο Μεσαίο.  Με κοίταζες ,σε κοίταζα  από μακριά . Λέω μέσα μου , αυτός είναι. Σηκώθηκες πρώτος κι ήρθες στη παρέα μας, κι ύστερα φώναξες και τη γυναίκα σου. Δώσαμε τις γνωριμίες.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Θυμάσαι που με γλυκοκοίταζε στην Αθήνα  η Σούλα , που ερχότανε με τα μπικουτί στα μαλλιά στο μαγαζί;    ήμουνα και πολύ ομορφόπαιδο τότε….( γελάει με τη καρδιά του)

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Όλα τα θυμάμαι . Με το που έφυγες εσύ για το νησί σου, της έκανε πρόσκληση ο αδερφός της και πήγε στην Αυστραλία .

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Μακριά απ’ το τόπο μου δεν μπορούσα. Με το που γύρισα ερωτεύτηκα τη κυρά μου και παντρευτήκαμε και κάναμε στα γρήγορα τα  παιδιά μας. Αγόρι και κορίτσι. Α… όλα κι όλα, η δουλειά μου και η οικογένειά μου, κορώνα στο κεφάλι μου η συμβία μου. Τώρα  βγήκα στη σύνταξη, έχω μερικές καλές πελάτισσες να μου φεύγει το μεράκι .Είμαι ευχαριστημένος… Αν δεν είχα τα αρθριτικά και την πίεσή μου…

 

ΑΝΝΑ

(μαζεύει τα πιατάκια  και τα φλιτζάνια από το τραπεζάκι και πηγαίνοντας για την κουζίνα  τ λέει):

Πραγματικά, πάρα πολύ όμορφες ιστορίες …..

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Να πληρώσω  κι όλας, μην ξεχαστούμε με τις κουβέντες.

( βγάζει από τη τσέπη της το χαρτονόμισμα και το δίνει στον Αντώνη)

Θυμάμαι καλά; Τόσα δεν είχαμε πει;

 

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

( παίρνει τα χρήματα)

Πολύ καλά θυμάσαι, φχαριστώ και καλοφορεμένο . Ότι άλλο χρειαστείς πάρε με τηλέφωνο κυρία Σταυρούλα.  Να φεύγω γιατί έχω να παραδώσω κι άργησα …Σας χαιρετάω λοιπόν.

 

ΑΝΝΑ

Να πάτε στο καλό!.Ευχαριστώ…

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

 Άντε να φύγεις, μη σε καθυστερούμε άλλο. Χαιρετισμούς στη γυναίκα σου. Θα χρειαστώ  παραπέρα ,πετσέτες προσώπου από εκείνες τις αφράτες που μου είχες ξαναφέρει.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ

Έγινε….(φεύγει)

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

( με το καλαθάκι της πλεκτικής στα χέρια, κατευθύνεται στο διάδρομο)

Να πάω για λίγο στο δωμάτιο μου και….

 

ΑΝΝΑ

Να πάτε να ξεκουραστείτε. Αρκετά είπαμε σήμερα.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Τι λες, θα ξανάρθεις;

 

ΑΝΝΑ

( την πλησιάζει και την αγκαλιάζει)

Και βέβαια θα ξανάρθω.  Φεύγοντας θα μιλήσω με  τη Μαρία . Θα δω επίσης αν θυμήθηκαν να μεταφυτέψουν τη γαρδένια.

 

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Μπράβο, να τους το πεις…

 

(φεύγει η Άννα και η Σταυρούλα πηγαίνει στο δωμάτιό της)

 

ΤΕΛΟΣ.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απολογισμός Δράσεων για το 2024

                                            Απολογισμός Δράσεων για το έτος 2024 Το Κέντρο Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκ...