Τρίτη 9 Μαΐου 2023

Κείμενα της Ομάδας Λογοτεχνίας και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας (Καρλόβασι)

Δημοσιεύουμε εδώ κείμενα μελών της ομάδας που προέκυψαν από την βιωματική προσέγγιση έργων λογοτεχνίας και το διάλογο που ακολουθεί πάντα.

1. Μιλώντας με την Έλενα Χουσνή και το λογοτεχνικό έργο της για το Λεπροκομείο Σάμου, "Καταραμένες Πολιτείες",  για τους εγκλωβισμένους ανθρώπους και τους αποκλεισμένους και ανοίγοντας το σε ότι μας εγκλωβίζει και αποκλείει, μέλη της ομάδας έγραψαν κείμενα που εμπνεύστηκαν από αυτή την συζήτηση. 

" Αφιερωμένο στον ανηψιό μου .

Κάθε φορά που σε σκέφτομαι μου έρχεται το τραγούδι του Άσιμου:  

"Βρε μπαγάσα περνάς καλά κει πάνω, κάνε πάσα καμιά ματιά και χάμω "

Εύχομαι με όλη μου την ψυχή να περνάς καλά εκεί πάνω, γιατί εδώ...

Εδώ τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και σκοτεινά με μικρές αναλαμπές.

Δυστυχώς δεν σε γνώρισα πολύ. Ήσουν μακριά και όταν ήρθες πιο κοντά μας πάλι μακριά ήσουν. 

Θυμάμαι όλα τα χαρίσματα και το ταλέντο σου να γράφεις και να ζωγραφίζεις.

Σε θυμάμαι να γελάς και να με αγκαλιάζεις με υποσχέσεις ότι θα το ξεπεράσεις.

Αλλά εκείνο που πραγματικά με πληγώνει είναι η τελευταία φορά στο σπίτι σου. Δεν μπόρεσα να σε δω. 

Είχες αποκλειστεί στο δωμάτιο σου για πολλές εβδομάδες. "Δεν θέλω να με δει έτσι η θεία " , είχε πει . Κι εγώ ήθελα τόσο πολύ να σου μιλήσω! Μου έλεγαν : "Είναι σαν αγρίμι ! Δεν μπορείς να πας μέσα."  Σεβάστηκα την επιθυμία σου και από τότε δεν σε ξαναείδα παρά μόνο στην κηδεία σου!

Ρε μπαγάσα ας είσαι καλά εκεί πάνω!"  

Α.Α.

"Οι καταναλωτές 

    Είμαστε οι καταναλωτές της ελπίδας, όταν οι πορείες μας διασταυρώνονται. Κάθε μέρα, κάθε γιορτή, κάθε εποχή. Όταν χαιρετιόμαστε και ανταλλάσσουμε τις ευχές μας, τις ματιές μας, τις προσδοκίες μας. Με ένα μισό βεβιασμένο, ή με ένα πλατύ και ειλικρινές χαμόγελο. Είμαστε κάθε μέρα οι καταναλωτές της απογοήτευσης, του ενθουσιασμού, του αποχωρισμού, του πόνου και του θυμού, του έρωτα , της υποταγής, της καρτερικότητας και της αδιαφορίας. 

    Που να βρούμε όμως τη δύναμη να βάλουμε σε τάξη όλα αυτά κι ακόμα περισσότερα; Δυσκολευόμαστε γιατί τη σύνεση και την τάξη της σκέψης δεν τη πουλάνε πουθενά. Όσα χρήματα κι αν έχουμε στα χέρια, αυτή δεν έχει τιμή, δεν ανταλλάσσεται και δεν αποκτιέται παρά μονάχα με τη δική μας θέληση . 

    Που να συναντήσουμε την αλήθεια; Δυσκολευόμαστε να τη βρούμε γιατί έχει πολλά πρόσωπα...Τόσα όσα μπορούμε εμείς να της δώσουμε. Έχει πολλούς διαδρόμους, παρακαμπτήριες οδούς, γέφυρες, ανηφόρες και βυθούς σκοτεινούς. 

Μας γλιστρά σαν το νερό μέσα  απ' τα δάκτυλα. Είναι άκαμπτη, κόβει σαν κοφτερό ατσάλι κι άλλες φορές είναι ευλύγιστη και λυτρωτική.

    Και τέλος που να βρούμε την αγάπη;

Αυτή παίζει κρυφτό σαν το άτακτο μικρό παιδί, μέσα στο δάσος από δεκάδες μικρά και μεγάλα πάθη μας. Τα Πάθη που σαν πυκνές και έρπουσες φυλλωσιές σκεπάζουν με τέχνη τα αιχμηρά βράχια του εγωκεντρισμού, έτσι ΄ώστε να τον κρύψουν και να μην είναι ορατός σε όσους δεν έχουν την παρατηρητικότητα να διακρίνουν. 

    Αν  βρούμε λίγο χρόνο μέσα στη μέρα μας να ακολουθήσουμε τον ήλιο... Ίσως όλα γίνονταν καλύτερα... Να τον δούμε να σκορπίζει το χρυσάφι του, που δεν κοστίζει τίποτα, στις κορυφές και στις πλαγιές των βουνών....

Παντού...

Στο τέλος πέφτει αργά - αργά να αναπαυτεί στα τριανταφυλλένια χρώματα της Δύσης του. 

    αυτό το ταξίδι καθώς κι άλλες αιτίες που θα ανακαλύψουμε ίσως κα΄νει εμα΄ς τους καταναλωτές να σκεφτούμε, να συγκινηθούμε, να ευχαριστούμε, να μοιραστούμε, να ζήσουμε . "

Άννα Ασημίνα 

2. Προσεγγίζοντας το έργο του Αλέξη Σεβαστάκη για το Καρλόβασι προέκυψαν κείμενα για την σχέση με την πόλη και το νησί που ζουν τα μέλη: 

"Γράμμα στον τόπο μου

Δεν είσαι ο τόπος μου. Σε διάλεξα όμως. Έχω γυρίσει πολλούς τόπους και έχω δει και άλλα όμορφα μέρη. Γιατί λοιπόν εσένα;

Για το τοπίο σου, που έχει τόσες όψεις, και αυτές ακόμη τις μεταλλάσσει από το μεγαλειώδες της καταιγίδας στην τρυφερότητα μιας άγουρης άνοιξης;

Για την καθημερινότητα που μετριέται σε πιο ανθρώπινα μέτρα;

Για τους περαστικούς που είναι άγνωστοι γνωστοί;

Είναι κάτι παραπάνω.

Κάποιους τόπους τους αισθάνεσαι οικείους από την πρώτη επαφή. Αισθάνεσαι ότι σε κάνουν μέρος τους χωρίς όρους.

Σε αφήνουν να σηκώσεις την όψη τους και να δεις τι κρύβεται κάτω από την επιφάνεια.

Και ακόμη…

Η μεγάλη πόλη, η πόλη μου, μου έχει γίνει ξένη.

Δεν είναι μόνο το ότι το βλέμμα δεν βλέπει ορίζοντα.

Δεν είναι το ότι οι «μυστικές γωνιές της» που με μάγεψαν σε χρόνια αναζητήσεων, που αγκάλιασαν στιγμές ξεχωριστές, έχουν γίνει σκοτεινές και εχθρικές.

Δεν είναι τα πρόσωπα που είναι κλειστά.

Είναι που αισθάνεσαι ότι χάνεις σιγά- σιγά την υπόστασή σου. Οι εικόνες, οι ήχοι, οι μυρωδιές, τα κομμάτια της που έγιναν κομμάτι της ιστορίας μου ξεθωριάζουν και χάνονται.

Ο χρόνος που αναζητάς να γίνει ένα, ο χαμένος χρόνος, αυτός που πρέπει να κλείσει τον κύκλο του, αλλά να μην χαθεί στις χαραμάδες, μετατρέπεται σε ένα απρόσωπο παρόν.

Εσύ λοιπόν μπήκες στη ζωή μου και μου ξανάδωσες τους ανοικτούς ορίζοντες.

Μου ξανάδωσες τις μυρωδιές. Αυτές που σημειώνουν τις στιγμές στο διάβα του χρόνου και τις ανακαλούν σαν βίωμα.

Μου ξανάδωσες τη δυνατότητα να βλέπω τα πράγματα μαγεμένα όπως ένα παιδί.

Μου πραΰνεις την ταραχή, καθώς με κάνεις να νιώθω μέρος ενός όλου μεγαλύτερου από τον εφήμερο εαυτό.

Είναι τελικά αυτή η θάλασσα η απέραντη και οικεία με όλα της τα χρώματα, είναι τα μικρά χωριά που φωλιάζουν στο βουνό, μικρά ζεστά φωσάκια στις σκοτεινές νύχτες της καταιγίδας."

 


Παναγιώτης Τέτσης « η αποθέωση του τοπίου» 

Κ.Κ. 


" Ένας παράξενος ταξιδιώτης, που υιοθέτησε ως προορισμό τη Σάμο

Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια «κέντρο –απόκεντρο», όπως την αποκαλούσαν, συνοικία της Αθήνας, σε οδό σχεδόν εφαπτόμενη του Σταθμού Λαρίσης. Οι εικόνες που μου εντυπώθηκαν από την πρώιμη νηπιακή ηλικία ήταν αυτές των τρένων που σταμάταγαν και ξεκίναγαν στις (και από τις) αποβάθρες του σταθμού, που χάζευα και ρουφούσα, ώσπου η μάνα μου με οδηγούσε -παρά τη δυσφορία μου- πίσω στο σπίτι. Αλησμόνητη μου έμεινε μια λιτή υπέργεια ξύλινη πεζογέφυρα, την οποία συχνά πυκνά διάβαινα, όπως και πολλοί γείτονες, για όσο διάστημα κατοικούσα εκεί. Μια πεζογέφυρα που έπεσε θύμα αρχές του αιώνα μπουλντόζας εργολάβου, μιας και δεν έμοιαζε με τις αντίστοιχες made from Καλατράβα... και δεν άρμοζε στη γκλαμουριά μιας πόλης που φιλοδοξούσε να διοργανώσει τους ...καλυτερότερους Ολυμπιακούς Αγώνες!

Πρόλαβα στη γειτονιά σαν παιδί αρκετές μονοκατοικίες ή χαμηλά κτίσματα, πολλούς χωμάτινους δρόμους ή ελεύθερους χώρους, που σου επέτρεπαν ως παιδί να παίξεις και να κινηθείς με ασφάλεια, πριν ορθωθούν οι τσιμεντένιοι όγκοι της αντιπαροχής και κινούμενες ή στάσιμες λαμαρίνες καλύψουν κάθε σπιθαμή ασφάλτου, ενίοτε και πεζοδρομίων. Και μ’ αυτά αναπόφευκτη ήταν η μικροκλιματική αλλοίωση -το χειμώνα ο εγκλωβισμένος ψυχρός αέρα σου πριόνιζε τα κόκαλα, το καλοκαίρι ο θερμός δημιουργούσε φαινόμενα ...υδρόλυσης -κατά πως λένε οι χημικοί- και σε συνδυασμό με αναθυμιάσεις των καυσαερίων, παθολογικού τύπου δυσφορίες με επιπτώσεις σε ζωτικά όργανα (καρδιά, πνεύμονες κλπ.). Μια πόλη έτσι κι αλλιώς εξ αρχής με λειψό ή εκ των υστέρων ...μπαλωματικό σχεδιασμό, που με το χρόνο γινόταν πιότερο προβληματική, απρόσωπη, εχθρική για ανθρώπινες σχέσεις, εν τέλει ου –τόπος!

Ως μαθητής, με σχολικές επιδόσεις καλές μέχρι -στα χαρτιά- «άριστες», δεν μου έμειναν για πλειάδα εκπαιδευτικών της εποχής οι καλύτερες εντυπώσεις. Άλλοι τυπολάτρες, μερικοί σε αξιολογούσαν με το αν ανήκες σε καλή ράτσα ...παπαγάλου, αρκετοί απέτρεπαν το να πειραματισθείς, επιτιμώντας τα αναπόφευκτα λάθη της μαθητείας. Θυμάμαι δάσκαλο που με επέκρινε στην αίθουσα όταν αδυνατούσα να αναφέρω κανόνες που περισπώνται τα φωνήεντα, ενώ γνώριζε από τα γραπτά ότι τα ορθογραφικά μου λάθη σπάνιζαν. Ή μαθηματικό, στα πρώτα γυμνασιακά χρόνια, που σχεδόν με έβαλε ...τιμωρία, επειδή δεν θυμόμουν τύπο στη γεωμετρία, τύπος που με ευχέρεια εξαγόταν από μια εύκολη απόδειξη. Φυσικά συνάντησα και καλούς δασκάλους, με τη διαφορά ότι οι τελευταίοι δεν ήταν ο κανόνας.

Οι γονείς μου, χαμηλού εκπαιδευτικού υπόβαθρου, συνήργησαν στην ύπαρξη μου σε προχωρημένη σχετικά ηλικία. Η ηλικιακή διαφορά σε συνδυασμό με το ότι η εφηβεία μου συνέπεσε με την απαρχή της μεταπολίτευσης, έδειχνε σαν να ζούσαμε σε διαφορετικούς κόσμους. Ο πατέρας μου, άνθρωπος με πραότητα μιας άλλης εποχής, ήταν πλήρως ανεκτικός, μια στάση που κέρδιζε το σεβασμό και την εκτίμηση μου. Η επαγγελματική δραστηριότητα του (καφεγαλακτοπωλείο) με κοινωνικοποίησε από πολύ μικρή ηλικία, προσφέροντας μου εικόνα και αντίληψη για κάθε λογής θαμώνες που σύχναζαν στο μαγαζί του. Ένα μαγαζί, που ουσιαστικά ήταν το σπίτι μου: εκεί έτρωγα, διάβαζα, μικρός έπαιζα, εξυπηρετούσα πελάτες. Με τη μάνα μου οι τριβές δεν έλειψαν. Σε κάθε περίπτωση πάντως τους γονείς μου όπως θα έλεγε κι ο Μπρεχτ τους θυμάμαι με (την αρμόζουσα) επιείκια. 

Μεγάλωσα λοιπόν σ’ ένα τρίπτυχο σκηνικό. Μια πόλη που δεν με έλκυε και αργότερα με απωθούσε. Ένα σχολείο που κάθε άλλο με απέρριψε, αλλά γινόταν με τον χρόνο βαρετό και ως προς το ρόλο του αντιφατικό. Γονείς που μια χαρά ήταν, αλλά το επόμενο βήμα μου θα γινόταν το ταχύτερο δυνατό μακρυά τους. Σκηνικό που έπλασε μέσα μου μια τάση φυγής από την γενέθλια πόλη, μια έλλειψη ευπιστίας σε όσα μας υπόσχονταν επίσημα ή καθιερωμένα ανακοινωθέντα ή υπονοηθέντα. Αλλά και μια κριτική για την ημετέρα Παιδεία μας, αυτή που προσφερόταν μέσω εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή των επίσημων μέσων επικοινωνίας. Κι όλα αυτά από ένστικτο, αλλά με αιτία. Με οδηγό στίχο φίλου: «Και εγώ ύψωσα σημαία και απορρίπτω την απόρριψη»...

Παραστάσεις για το που με οδηγούσε η τάση φυγής δεν είχα επαρκείς. Άλλωστε τι σημασία είχε, αφού «όπου γής πατρίς»... Πρώτος σταθμός (με όχημα το τρένο των παιδικών εικόνων) και δοθείσας αφορμής (ερωτική σχέση) η Θεσσαλονίκη. Συναρπαστική στην αρχή ως πόλη (αργότερα λειάνθηκαν οι διαφορές της με την Αθήνα) αποτέλεσε περισσότερο για μένα το ταξίδι και λιγότερο ο προορισμός. Και η γοητεία του πάντα με συντροφεύει. Τριάμιση χρόνια εκεί ήταν αρκετά. Συνδύασα βιοποριστικό με πολλά νέα ενδιαφέροντα και καταστάσεις, ανατροπές βεβαιοτήτων, ενηληλικιώθηκα ουσιαστικά και μεστώθηκα, όχι με βεβαιότητες, αλλά με αναζήτηση νέων στάσεων και αντιλήψεων. Μ’ αυτά τα εφόδια αυτό το ταξίδι έμοιαζε να φθάνει στο τέλος του. 

Περιπλανήθηκα και σ’ άλλους πολλούς προορισμούς, με μικρής διάρκειας διαμονές. Τη Σάμο τη γνώρισα δια ζώσης το καλοκαίρι του1983. Ήρθαμε με μια κοπέλα μέσω Πάτμου. Είχα ακουστά από το σχολείο Βαθύ, Καρλόβασι, Πυθαγόρειο, κάπου είχε πάρει το μάτι μου τους Μυτιληνιούς. Πλήρως ανοργάνωτος, ζήτησα από κάποιους Γερμανούς στο καράβι ένα χάρτη που είχαν μαζί τους (του νησιού). Με την πρώτη ανάγνωση καταλήξαμε να επιλέξουμε ως τόπο διαμονής και εξορμήσεων τους Βουρλιώτες, ως ένα από τα κεντρικότερα σημεία του νησιού, χωριό που ακόμα είχε ικανό πληθυσμό και πλούσιες γεωργικές δραστηριότητες. Οι κάτοικοι μας είδαν λίγο UFO και μάλλον για ...Γερμανούς μας πέρναγαν, εξ αιτίας της μακριάς τότε ξανθιάς κώμης, παρότι μιλούσαμε ελληνικά...

Εντύπωση μας έκανε το άγνωστο σε μας και άχτιστο τότε στον κάμπο Κοκκάρι που αναδείκνυε και δεν έκρυβε τους δυο λόφους του παραδοσιακού οικισμού και το γραφικό κλειστό λιμανάκι, το πυκνό πράσινο ανάγλυφο τοπίο του νησιού και από τις πόλεις, όσο κι αν ήταν γραφικό το Βαθύ από ψηλά και πανέμορφο το Πάνω Βαθύ, το Καρλόβασι. Για την ομορφιά του, την πολεοδομία του, παρά τα ωραία παλιά αρχοντικά που τότε σχεδόν όλα ήταν εγκαταλειμμένα, την παρατημένη ακτογραμμή, σίγουρα όχι. Ή για τη σήμανση που κάναμε τρεις τέσσερεις κύκλους για να αντιληφθούμε που είναι η κεντρική πλατεία. Αλλά γιατί έμοιαζε ως πρώην πόλη, μια πόλη ντεκαντάνς με πολλά στολίδια που τα έκρυβε λες από ντροπή. Το Παλιό, η παλιά Εμπορική, το Ηγεμονικό, τα ατάκτως πλέον ερριμένα και ερειπωμένα Βυρσοδεψεία, ακόμα και το ξύλινο τέμπλο της Αγίας Ματρώνας. Ευτυχώς η Πορφυριάδα δεν κρυβόταν...

Μια πόλη ολίγον φάντασμα, σκορποχώρι, με πλούσιο -έστω σύντομο- παρελθόν, λειψό παρόν, ευοίωνο δυνητικά μέλλον, που ήταν ανάμεσα στις επιλογές και κέρδισε με τη γυναίκα μου την προτίμηση μας να εγκαταστηθούμε εδώ μόνιμα δέκα χρόνια αργότερα, όταν πλέον η Αθήνα γινόταν ανυπόφορη. Τα κριτήρια για την επιλογή μας ήταν ότι η Σάμος και ειδικότερα η δυτική πλευρά της συνδύαζε μια σχετικά κρίσιμη μάζα πληθυσμού, πλήθος δραστηριοτήτων έξω από τη μονοκαλιέργεια του τουριστικού τομέα, ζωντανά αρκετά χωριά, συγκριτικά με όσα συνέβαιναν στην υπόλοιπη χώρα και ένα εντυπωσιακό πάντρεμα «θάλασσας και βουνού», με ποικιλία σε παραλίες, αλλά και φαράγγια, σπήλαια, σημαντική για νησί βιοποικιλότητα. 

Τριάντα χρόνια μετά, η επιλογή μας δεν φάνηκε να λάθεψε. Σίγουρα αρκετά χωριά σχεδόν νέκρωσαν, τα παιδιά μας δεν μπορούν να αγνοήσουν τις σειρήνες να ψάξουν αλλού την τύχη τους, η δημογραφία του νησιού ακυρώνει δυνατότητες προοπτικών και όπως συνέβη με πολλά πολιτιστικά μνημεία που τα αφήσαμε να ερειπωθούν ή τα κατέστρεψε η ανθρώπινη βουλιμία, μνημεία της φύσης κινδυνεύουν εξίσου να πέσουν στα δόκανα της. Όχι μόνο στη Σάμο, αλλά σ’ όλη τη χώρα που μοιάζει να έχει αποδεχτεί ότι εδώ και δυόμιση περίπου χιλιετίες βρίσκεται σε παρακμή. 

Υπάρχει ελπίς; Ναι, αν τα φαινόμενα απατούν... Άλλωστε η Ιστορία ως ιστορία λαθών, ευρεσιτεχνιών και μεταναστεύσεων δεν είναι επίπεδη. Απλώς ενδεχομένως σήμερα περισσότερο από το παρελθόν το πριόνισμα των φυσικών πόρων, η κλιματική κρίση, σε συνδυασμό με την πολιτισμική ένδεια μπορεί να καταστήσει τις εξελίξεις αναπόδραστες. Γιατί το δέντρο της βιωσιμότητας το έχουμε πληγώσει επικίνδυνα."

Θανάσης Παπακωνσταντίνου  

   



2. Στην ομάδα συχνά συζητάμε και ασχολούμαστε με κείμενα για το πως σε αλλάζει η ζωή, η δύναμη να αλλάζεις και να μη σε αλλάζουν απλά τα πράγματα, οι δυσκολίες και οι απώλειες των αλλαγών, αλλά και η χαρά που παίρνεις όταν προχωράς... 

"Κεφάλαιο Ελλάς

 Είμαστε στο αποκορύφωμα της Κρίσης. Ο νεαρός άνδρας 25 χρονών μόλις έχει τελειώσει τις σπουδές του από τον στρατό... 

Σκέφτεται: "Εδώ είναι απελπιστική η κατάσταση. Δουλειά δεν υπάρχει. Απολύσεις γίνονται κάθε μέρα, τι να κάνω;"

Μεγάλη Απογοήτευση. Μεγάλος Θυμός. Μεγάλος Προβληματισμός. 

Η Οικογένεια μου λέει να δοκιμάσω στο εξωτερικό και αν κάτι "στραβώσει" να γυρίσω.. Θέλω να έχω τις δικές μου οικονομίες και τον έλεγχο της ζωής μου. Φεύγω !"

  Κεφάλαιο Εξωτερικό

"Αισθάνομαι ανασφάλεια εδώ .. Θα τα καταφέρω;

Η γλώσσα ακόμα ξένη. Θα διαβάζω καθημερινά να τη μάθω τέλεια. 
Οι άνθρωποι διαφορετικοί, ψυχροί .. όλο κανόνες. 
Η δουλειά είναι δύσκολη. Θα μάθω πολλά όμως για αυτή. Θα γίνω ο πιο σωστός ειδικός με τις γνώσεις που θα αποχτήσω στον τομέα μου.
Είναι σα να ζω σε άλλο πλανήτη.
Οι μέρες κυλούν με δυσκολίες πολλών ειδών με επιβραβεύσεις και μικρές χαρές.
Απέκτησα έναν καλό φίλο. Είναι ξένος: διαφορετικός, αλλά φίλος !
Η ανασφάλεια έχει φύγει.  Ξέρω ότι μπορώ!"

   Κεφάλαιο τρία έτη έξω

"Με δυσκόλεψε η αλλαγή. Έγινα όμως πιο δυνατός. 
Έμαθα να βρίσκω λύσεις .
Να βασίζομαι σε μένα , αλλά και στους ανθρώπους που μ' αγαπούν.
Αν και μακριά είμαι πιο κοντά από ποτέ στην Οικογένεια μου.
Αν είχα μείνει στην Ελλάδα ίσως δεν θα μάθαινα τόσα πολλά.
Έμαθα την αξία της αληθινής φιλίας, της οικογενειακής αγάπης, της σωστής προσωπικής σχέσης. "

 Κεφάλαιο Επιστροφή

"Η μεγάλη απογοήτευση, το αίσθημα απόρριψης που είχα εισπράξει από τη χώρα μου, ο θυμός που ένιωθα "ξέφτισαν".. 
Σα να μεταμορφώθηκαν σε αγάπη και νοσταλγία για τον τρόπο ζωής που μεγάλωσα.
Είναι ώρα να γυρίζω και ν' αλλάξω πολλά, αφού άρχισα από τον εαυτό μου. "

Κ.Μ 

 







Σ.Β. 


3. Τέλος η κουβέντα για το ατύχημα στα Τέμπη έφερε μετά λίγο καιρό ένα ποίημα 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο "Φάρος" συναντά τους γονείς στον Μαραθόκαμπο, τα Κοντακαίικα και τους Μυτιληνιούς

Το Κέντρο Πρόληψης Π.Ε. Σάμου "Φάρος" σε συνεργασία με τον Οργανισμό Κατά των Ναρκωτικών ΟΚΑΝΑ, συνεχίζει τις επισκέψεις του στις ...